Εκτός από όλα τα άλλα, η πανδημία μας έφερε αντιμέτωπους με μια πραγματικότητα για πολλούς εργαζόμενους, η οποία ήταν πρωτόγνωρη στο παρελθόν: την τηλεργασία. Όλο και περισσότεροι κλήθηκαν, για λόγους δημόσιας υγείας, να κάνουν το σπίτι τους γραφείο και να μάθουν να επικοινωνούν με τσατ και βιντεοκλήσεις με τους υπόλοιπους συναδέλφους.
Και μπορεί οι περισσότεροι Έλληνες να αναγκάστηκαν να γνωριστούν με την τηλεργασία το 2020, αλλά στην υπόλοιπη Ευρώπη δεν είναι κάτι νέο. Είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για τις επιχειρήσεις να δουν την παραγωγικότητα των εργαζομένων τους να αυξάνεται (πολύ!), να μειώνουν τις δαπάνες τους, ενώ έχει οφέλη και για το περιβάλλον, λόγω μείωσης των μετακινήσεων.
Μια έρευνα καταγεγραμμένη σε συνθήκες ΟΑΣΑ διαπιστώθηκε ότι η παραγωγικότητα των εργαζομένων αυξάνεται κατά μέσο όρο 18% (σε κάποιες περιπτώσεις μέχρι και 35%-40%), μας λέει ο εργατολόγος Γιάννης Καρούζος.
Οφέλη έχει και για τους εργαζόμενους. Λιγότερες μετακινήσεις, λιγότερα έξοδα, δουλειά με άνετα ρούχα, η ευκολία του σπιτιού, ή οπουδήποτε αλλού θέλουν, αρκεί να υπάρχει ίντερνετ κ.α. Όμως, έχει και πολλά αρνητικά, εάν το εργασιακό τοπίο δεν ρυθμιστεί σωστά. Εάν δεν αναγνωριστούν συγκεκριμένα δικαιώματα των εργαζομένων, πολλοί κινδυνεύουν να γίνουν εργαζόμενοι 24ωρου, χωρίς προσωπική ζωή και χρόνο ανάπαυσης και με τον κίνδυνο να εμφανίσουν προβλήματα υγείας (κυρίως ορθοπεδικά), λόγω του ακατάλληλου εξοπλισμού που μπορεί να έχουν στο σπίτι τους.
Τώρα, το υπουργείο Εργασίας αναθεωρεί το νομικό πλαίσιο που διέπει την τηλεργασία. Γιατί υπήρχε νόμος, αν και λίγοι γνώριζαν. Μέχρι τώρα ρυθμίζεται με τον νόμο Νόμο 3846/2010 και συγκεκριμένα με τα άρθρα 1 και 5.
Το νομικό πλαίσιο που προωθείται τώρα έχει κάποιες σημαντικές, θετικές, προσθήκες, όπου αναγνωρίζονται βασικά δικαιώματα στους εργαζόμενους που εργάζονται υπό αυτό το καθεστώς, αλλά και κάποιες σημαντικές παραλήψεις, όπως μας τις εξηγεί ο κ. Καρούζος.
Ας δούμε όμως πρώτα κάποια από τα βασικά που αναφέρονται στο νομοσχέδιο που φέρνει η κυβέρνηση στη Βουλή:
Για τον κ. Καρούζο είναι σημαντικό να προβλέπεται η συναίνεση του εργαζόμενου, όπως γίνεται παντού στην Ευρώπη και να μην υπάρχει εξαναγκασμός.
Για τον κ. Καρούζο μια πολύ σημαντική παράμετρος της τηλεργασίας είναι η τηλε-ετοιμότητα -όταν δηλαδή ο εργαζόμενος παραμένει στη διάθεση του εργοδότη μετά το πέρας του ωραρίου, έτοιμος να αναλάβει εργασία εφόσον του ζητηθεί. Για τον κ. Καρούζο, και η τηλε-ετοιμότητα θα πρέπει να θεωρείται χρόνος εργασίας και δεν θα πρέπει να προκύπτει μετά από τυχόν συμφωνία των δύο μερών, αλλά να ρυθμίζεται ρητά.
«Όταν μιλάμε για τηλε-ετοιμότητα, εννοούμε ότι στις 10 το βράδυ ο εργοδότης σας ζητάει να απαντήσετε ένα email και στις 11.30 σας ζητάει να απαντήσετε ξανά σε ένα email. Η νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ, είναι πάρα πολύ αυστηρή ως προς αυτό. Έχει πει ότι θα πρέπει πάση θυσία, οποιοσδήποτε χρόνος δεσμεύει τη δυνατότητα του εργαζόμενου να τύχει προσωπικών επιλογών του για ψυχαγωγία, ανάπαυση, χαλάρωση κτλ, θα πρέπει να θεωρείται χρόνος εργασίας. Έστω και εάν είναι μια μικρή δουλειά που γίνεται στιγμιαία. Με δεδομένο αυτό λοιπόν, και στην τηλεργασία όταν για παράδειγμα πάει ο εργαζόμενος με το παιδάκι του βόλτα στο πάρκο και ξαφνικά στέλνει ο εργοδότης ένα μήνυμα ζητώντας κάτι, αν ο εργαζόμενος ανταποκριθεί, αυτός θα πρέπει να θεωρείται χρόνος εργασίας».
Θα πρέπει λοιπόν, όπως μας εξηγεί να εφαρμοστούν πραγματικά οι αποφάσεις του ΔΕΕ για το ποιος είναι ο πραγματικός χρόνος εργασίας, με βάσει το κριτήριο αυτό που περιγράφεται παραπάνω.
«Εδώ δυστυχώς το νομοσχέδιο το βάζεις σαν συμφωνία των δύο μερών ενώ θα έπρεπε να είναι υποχρέωση των δύο μερών».
Και αυτό είναι αρνητικό για δύο λόγους, μας εξηγεί.
Πρώτον υπάρχει κίνδυνος να παραβιαστεί το δικαίωμα για 11ώρο ανάπαυσης από την τελευταία παροχή εργασίας. Πολλές δικαστικές αποφάσεις αναφέρουν ότι ακόμα και μία μικρή δουλειά αν κληθεί να κάνει ο εργαζόμενος κατά τη διάρκεια του 11ωρου, θα πρέπει να τρέξει ξανά από την αρχή το 11ώρο.
Έτσι λοιπόν, «εάν δεν προβλεφθεί η τηλε-ετοιμότητα σαν υποχρεωτική συμφωνία μεταξύ του εργοδότη και του εργαζομένου, θα καταντήσουμε να έχουμε εργαζόμενους 24ωρης απασχόλησης».
Ένα πολύ σημαντικό κομμάτι επίσης που για τον κ. Καρούζο αντιμετωπίζεται με μία ατελή πρόβλεψη στο νομοσχέδιο που προωθείται, είναι το θέμα της υγιεινής και ασφάλειας.
Κυρίως ορθοπεδικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι αυτής της μορφής εργασίας, λόγω της κακής στάσης του σώματος σε καρέκλες και γραφεία που βρίσκονται σπίτι (ή οπουδήποτε) και δεν είναι κατάλληλα για πολλές ώρες εργασίας.
Αυτή τη στιγμή, όπως μας εξηγεί, το θέμα του σωστού και ορθοπεδικού εξοπλισμού, για να αποφεύγονται τέτοια ζητήματα υγείας, προβλέπονται μόνο για τις θέσεις εργασίας είναι βρίσκονται στο φυσικό περιβάλλον, δηλαδή στο γραφείο, και όχι για την τηλεργασία.
Επίσης πρέπει να ρυθμιστεί το θέμα της ευθύνης του εργοδότη για τυχόν πρόκληση εργατικού ατυχήματος κατά την τηλεργασία.
Αυτά δεν προβλέπονται πουθενά τώρα και πρέπει να εξειδικευτούν από τη νομοθεσία για την υγιεινή και ασφάλεια, όπως μας λέει.
Για τον κ. Καρούζο, ένα άλλο σημαντικό που όμως εκτιμά ότι ρυθμίζεται με επάρκεια είναι το θέμα των προσωπικών δεδομένων, με την απαγόρευση χρήσης κάμερας κτλ.
Επίσης το θέμα του εξοπλισμού, που αποτελούσε θέμα προστριβής με τις επιχειρήσεις, επίσης καλύπτεται με επάρκεια με την υποχρέωση του εργοδότη να καλύπτει τον εξοπλισμό, ενώ όπως λέει θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και οι απρόβλεπτοι παράγοντες, όπως η χαμηλή ταχύτητα στο ίντερνετ, που οι περισσότεροι έχουν στο σπίτι τους.
Στα θετικά αναγνωρίζεται και το θέμα του ελέγχου, με τη δημιουργία του ειδικού τμήματος για την τηλεργασία στην επιθεώρηση εργασίας.
«Πλέον η τηλεργασία στην Ευρώπη είναι αντικείμενο συλλογικής διαπραγματεύσεις. Πάρα πολλές συλλογικές συμβάσεις καθορίζουν τους όρους της τηλεργασίας. Άρα κάτι πρέπει να γίνει και στη χώρα μας. Και η αλήθεια είναι ότι ήδη ξεκινάει. Υπάρχει κινητικότητα στον χώρο των τραπεζών, στον χώρο του ΟΤΕ. Η τηλεργασία είναι το μέλλον», μας λέει.
Ωστόσο, για τον κ. Καρούζο το ζητούμενο είναι να προχωρήσουμε περισσότερο σε ένα μοντέλο που είναι περισσότερο smart working, και όχι μόνο τηλεργασία. Δηλαδή η λεγόμενη «ευφυής εργασία», όπου ο εργαζόμενος έχει ευελιξία και αυτονομία ως προς την επιλογή του χώρου, των ωραρίων και των εργαλείων, αρκεί να φέρνει τα απαιτούμενα αποτελέσματα στη δουλειά.