MENU
TOSPIRTO.NET
CULTURE
Είδα: Τη «Λυσιστράτη» σε σκηνοθεσία Γιάννη Μπέζου
Μικρές οι ανάσες ωστόσο για να τονώσουν το τελικό αποτέλεσμα, το οποίο στο σύνολο του αναμασά το δόγμα της παλαιομοδίτικης ανάγνωσης στον Αριστοφάνη, χωρίς ίχνος έμπνευσης για κάτι έξω από αυτό. Αμοιρες στίγματος και οι τεχνικές κατηγορίες που θα μπορούσαν, ενδεχομένως, να βοηθήσουν στην όψη της παράστασης.
Είδα: Το «Μουρμουρητό» σε σκηνοθεσία Χέρμπερτ Φριτς
Το «Μουρμουρητό» του δεξιοτέχνη της κωμωδίας Χέρμερτ Φριτς ακονίζει το όριο του θεάτρου, την υπομονή του θεατή στην καλλιτεχνική «σαχλαμάρα» και συνεπώς αυτό και μόνο το εντάσσει ανενδοίαστα στην χώρα του ερευνητικού. Αδιαπραγμάτευτη πάντως, είναι η απόδοση των πρωταγωνιστών, μια ακούραστη ομάδα που διατηρεί το υψηλό επίπεδο ενέργειας από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό και εμφανίζει μια πρωτόγνωρη σκηνική θέρμη για τα δεδομένα του γερμανικού θεάτρου.
Είδα: Τη «Μήδεια» σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά
Ο Δημήτρης Καραντζάς λοιπόν (με τη συνεργασία της Θεοδώρας Καπράλου στη δραματουργική επεξεργασία), εκκινεί τη σκέψη του για την παράσταση με μια διάθεση επαναδιαπραγμάτευσης για τα βασικά: Η ιστορία της Μήδειας δεν αντανακλά την οργή της προδομένης, από τον άνδρα, γυναικείας φύσης, αλλά μπαίνει κάτω από το φακό του ανδρικού δικαίου, της λογικής της αρρενωπότητας που στην αρχή γιορτάζει πως «ένας άντρας ρίχνει ένα σπόρο στη γης» και στο τέλος θρηνεί τη σπορά που έσπειρε «στη μήτρα του Κακού».
Είδα: Tο «Για μια ανάσα», σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή
Γύρω τους μια επίσης δυνατή δημιουργική ομάδα που ωστόσο δεν επιφυλάσσει μεγάλες εκπλήξεις. Είναι διακριτή η διδασκαλία της κίνησης του Χρήστου Παπαδόπουλου στο θίασο, ευρηματικά ως προς τις εναλλαγές τους και αρκούντως «πένθιμα» τα σκηνικά της Μαγιού Τρικεριώτη, μπιτάτη και αγχωτική - όπως και η εποχή - η μουσική της Ναλίσσα Γκρήν. Την ίδια ώρα, ο Σάκης Μπιρμπίλης σχεδιάζει λειτουργικούς φωτισμούς-χωρίς να δοκιμάζει κάτι από τις συνήθεις εργασίες-προτάσεις του- ενώ τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη φαντάζουν τυπικά, ανέμπνευστα, χωρίς χρώμα.
Είδα: Tον «Ριχάρδο Β΄» σε σκηνοθεσία Έφης Μπίρμπα
Εκεί τοποθετείται και ο Άρης Σερβετάλης ως κεντρικός ερμηνευτής, απόλυτα διαθέσιμος με το σώμα και το λόγο του, τόσο αποδίδοντας τον Ριχάρδο στην έπαρση του, ως «θεό των ουρανών», ανήσυχο στη δίνη της κρίσης «ζωσμένο από σμήνος κολάκων» και υπό κατάρρευση ως «κύριος και βασιλιάς του τίποτα» - πάντα γαντζωμένου στο Εγώ του και στο ύπατο αξίωμα. Είναι υποδειγματική κι αυτόματα πλήρης η σκηνική συμπεριφορά του που καλεί το θεατή του να προσέξει ακόμα και τις ρυτίδες ή τα νεύματα του που συνιστούν μια ερμηνευτική θέση.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος: Στο Φεστιβάλ Αθηνών μπήκα στον αγώνα, με όποιες δυνατότητες κι όποιες ελλείψεις έχω
«Με το που έγινε η παρουσίαση του προγράμματος και πήγα σπίτι μου, χάθηκε η φωνή μου. Δεν ανησύχησα, έπεσα για ύπνο. Όταν πια ξύπνησα, ήμουν καλά. Όλο αυτό ήταν μια εκδήλωση συσσωρευμένου άγχος. Το ίδιο μου συμβαίνει κι όταν ολοκληρώνω μια σκηνοθεσία• νιώθω εξαντλημένος και σκέφτομαι διακοπές. Το κακό είναι πως στην εβδομάδα πάνω, βαριέμαι αφόρητα. Θέλω να επιστρέψω στη δουλειά. Είμαι άνθρωπος της δουλειάς».
Είδα: Tην «Καθαρή πόλη» σε σκηνοθεσία Ανέστη Αζά και Πρόδρομου Τσινικόρη
Να πως το θέατρο γίνεται δικαίωμα, ένα είδος ελευθερίας, ή έστω μια πρόταση απελευθέρωσης. Να πως επιβεβαιώνεται η αφίσα της παράστασης με τις πέντε κυρίες ντυμένες σε στολές σούπερ ηρωίδων. Ηρωίδες επειδή άντεξαν κι επειδή αντέχοντας σου δηλώνουν κατάμουτρα ακόμα κάτι: Ότι τώρα που κι εσύ πιέζεσαι κάτω από μια σφοδρή κοινωνική συνθήκη (όπως κι αυτές στο παρελθόν εξάλλου γι' αυτό και μετανάστευσαν) δεν πρέπει να ξεχνάς ούτε ποιος είσαι, ούτε τι έχεις καταφέρει, ούτε να αποδιώχνεις το δικαίωμα σε μια καλύτερη ζωή.
Είδα: το «Μαδαφάκα με το καπέλο» σε σκηνοθεσία Θάνου Τοκάκη
Αν το weird αμερικάνικο σινεμά του Ταραντίνο ή των Κοέν έπεφτε πάνω στο «Mothefucker with the hat» του Στέφεν Άντλι Γκίργκις θα ερχόταν πιθανότατα σε μικρό οργασμό. Το θεατρικό έργο «Ο Μαδαφάκας με το καπέλο» που γράφτηκε το 2011 έχει όλα τα στοιχεία μιας απλοϊκής και συνάμα εκκεντρικής ιστορίας του περιθωρίου, χώρος που δίνει το δικαίωμα σε αλλόκοτους - αν όχι «κουλούς» - χαρακτήρες να αναπτυχθούν.
Είδα: Τον «Φάουστ» σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου
Φανταστείτε λοιπόν, αυτό το έργο με το τεράστιο φιλολογικό βάρος-που ακροθιγώς επιχειρούμε να προλογίσουμε-να αναζητά τη σκηνική αναπαράσταση του. Η ανάγνωση της Κατερίνας Ευαγγελάτου (μέσα από τη μετάφραση του Σπύρου Ευαγγελάτου) είναι διαυγής, μοντέρνα και παρακολουθεί με συνέπεια τα εναλλασσόμενα ύφη της γραφής - από τη σάτιρα, στο στοχασμό και την τραγωδία. Επιλέγει δηλαδή μια ει δυνατόν βατή ερμηνεία του, έχοντας βεβαίως περιορίσει σημαντικά το κείμενο - με όποιο κόστος μπορεί να έχει αυτό σε ένα δαιδαλώδες έργο.
Είδα: Τον «Αρχοντοχωριάτη» σε σκηνοθεσία Γιάννη Μπέζου
Και να που η πρακτική της αποδόμησης έρχεται ως επιλογή ενός μεγάλου, κεντρικού θεάτρου. Με έναν εμπορικό θίασο. Και με την υπογραφή ενός λαϊκού πρωταγωνιστή. Όσο κι αν φαίνεται περίεργο -παρά δηλαδή την εξοικείωση με τα έργα του Μολιέρου- ο Γιάννης Μπέζος τολμάει να παρουσιάσει μια παράσταση που θα έλεγε κανείς ότι είναι βασισμένη στον «Αρχοντοχωριάτη» παρά το ότι επικοινωνεί το κείμενο του Μολιέρου.
Περισσότερα